Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ / ADHD) δεν είναι μόνο «μια παιδική δυσκολία που περνάει». Παγκόσμιες μελέτες δείχνουν ότι περίπου 2–3% των ενηλίκων έχουν επίμονη ΔΕΠΥ, ενώ αν συμπεριλάβουμε όσους έχουν σημαντικά συμπτώματα χωρίς πλήρη διάγνωση, το ποσοστό μπορεί να φτάνει γύρω στο 7% (Song et al., 2021; Simon et al., 2009).
Παρακάτω θα δεις, σε γλώσσα καθημερινή αλλά τεκμηριωμένη, τι σημαίνει ΔΕΠΥ ενηλίκων, πώς αναγνωρίζεται και ποιες θεραπευτικές επιλογές υπάρχουν.
Η ΔΕΠΥ είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που συνδέεται με δυσκολίες στην προσοχή, την οργάνωση, τον αυτοέλεγχο και τη ρύθμιση της ενέργειας και των συναισθημάτων.
Για πολλά χρόνια θεωρούνταν κυρίως «διαταραχή των παιδιών». Σήμερα ξέρουμε ότι:
Σε περίπου 40–60% των παιδιών με ΔΕΠΥ τα συμπτώματα επιμένουν και στην ενήλικη ζωή, συχνά με πιο «εσωτερικευμένη» μορφή (π.χ. αφηρημάδα, αποδιοργάνωση) (Caye et al., 2016; Di Lorenzo et al., 2021).
Η ΔΕΠΥ μπορεί να προκαλέσει σημαντική λειτουργική έκπτωση σε σπουδές, εργασία, σχέσεις και ψυχική υγεία (Bogdańska-Chomczyk et al., 2025).
Στους ενήλικες, η εικόνα είναι συχνά πιο «ήσυχη» από την κλασική υπερκινητικότητα των παιδιών. Σύμφωνα με τα κριτήρια DSM-5/DSM-5-TR, ένας ενήλικας (≥17 ετών) χρειάζεται τουλάχιστον 5 συμπτώματα απροσεξίας και/ή υπερκινητικότητας-παρορμητικότητας, με έναρξη πριν τα 12 χρόνια, παρουσία σε τουλάχιστον δύο περιβάλλοντα (π.χ. δουλειά και σπίτι) και σαφή λειτουργική έκπτωση (DSM-5; CDC, 2024).
Πολλοί ενήλικες με ΔΕΠΥ περιγράφουν:
Χρόνια αφηρημάδα, «χάνονται» σε σκέψεις
Συχνές παραλείψεις/λάθη από απροσεξία στη δουλειά
Δυσκολία να ολοκληρώσουν εργασίες, αφήνουν πράγματα στη μέση
Τάση να αναβάλλουν (procrastination), ειδικά βαρετές ή απαιτητικές δουλειές
Χάνουν κλειδιά, κινητά, ραντεβού, λογαριασμούς
Δυσκολία να παρακολουθήσουν συζητήσεις ή συναντήσεις μέχρι το τέλος
Η υπερκινητικότητα συχνά «μεταφράζεται» σε εσωτερική ανησυχία:
Αίσθημα ότι είναι «στο κόκκινο» ή δεν μπορούν να χαλαρώσουν
Μιλάνε πολύ, διακόπτουν τους άλλους, απαντούν πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση
Δυσκολία να περιμένουν τη σειρά τους (ουρές, συσκέψεις, κυκλοφορία)
Παρορμητικές αποφάσεις (αγορές, αλλαγές δουλειάς ή σχέσεων χωρίς σκέψη)
Νεότερες μελέτες τονίζουν ότι στην ενήλικη ΔΕΠΥ είναι πολύ συχνές:
έντονη συναισθηματική αντιδραστικότητα (θυμός, απογοήτευση, «ξεσπάσματα»)
δυσκολία διαχείρισης χρόνου, οργάνωσης, προτεραιοτήτων
προβλήματα μνήμης εργασίας (κρατάω στο μυαλό μου πολλά βήματα)
(Βλέπε Vega et al., 2025; Bogdańska-Chomczyk et al., 2025 – Επίπεδο IV).
Αλεξανδρούπολη, 20.09.2025
Η συγκέντρωση είναι η ικανότητα του νου να στρέφει και να διατηρεί την προσοχή του σε ένα αντικείμενο, φιλτράροντας τον «θόρυβο». Συνήθως τη θεωρούμε δεδομένη, μέχρι τη στιγμή που αρχίζει να μας προδίδει. Τότε, το διάβασμα γίνεται όλο και πιο δύσκολο, οι εκκρεμότητες αρχίζουν να συσσωρεύονται, και ακόμη και μικρές αποφάσεις μπορεί να μας φαίνονται βουνό. Οι μόδες της εποχής μπορεί να σε έχουν κάνει να αναρρωτιέσαι αν έχεις ΔΕΠΥ / ADHD ή αν ο "εθισμός σου στην ντοπαμίνη" σου δημιουργεί αναβλητικότητα.
Το ζήτημα είναι πολύ πιο σύνθετο: οι παράγοντες που μπορεί να συμβάλλουν στην διαταραχή της συγκεντρωσής σου είναι πολυδιάστατοι, και αν αντιμετωπίζεις ένα τέτοιο πρόβλημα αξίζει να τους διερευνήσεις.
Πριν αρχίσουμε την αναζήτηση νευροαναπτυξιακών, και ψυχιατρικών προβλημάτων προβλημάτων, οφείλουμε να αναζητήσουμε οργανικές αιτίες διαταραχής της συγκέντρωσης. Τέτοιες μπορεί να είναι:
(1) διάφορες ανεπάρκειες βιταμινών (π.χ. του συμπλέγματος B, του φυλλικού οξέως), ή ιχνοστοιχείων και μετάλλων (π.χ. χαμηλά επίπεδα σιδήρου, δίαιτα ελλιπής σε μαγνήσιο, ασβέστιο ή ψευδάργυρο).
(2) Ενδοκρινολογικές και μεταβολικές παθήσεις (π.χ. παθήσεις του θυροειδούς, μη ρυθμισμένος σακχαρώδης διαβήτης).
(3) Οργανικές διαταραχές του ύπνου, όπως π.χ. η υπνική άπνοια.
(4) Προβληματική χρήση ουσιών, όπως της καφεΐνης, του αλκοολ, ηρεμιστικών ή υπνωτικών φαρμάκων.
(5) ή διάφορες άλλες οργανικές αιτίες, όπως χρόνια νοσήματα που επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία του εγκεφάλου. Η σωστή στοχευμένη εργαστηριακή διερεύνηση (και αντιμετώπιση) συχνά αρκεί για να επανέλθει η καθαρότητα του νου.
Σε έναν ενήλικα η διαταραχή της συγκέντρωσης μπορεί να είναι ένα από τα πρώτα συμπτώματα μιας υποκείμενης ψυχικής διαταραχής. Προβλήματα στην συγκέντρωση μπορεί να εμφανιστούν τόσο σε διαταραχές της διάθεσης, και σε αγχώδεις διαταραχές, όσο και σε διαταραχές της προσαρμογής. Η ΔΕΠΥ που έχει διαλάθει της προσοχής στην παιδική ηλικία είναι μια σπάνια αιτία διαταραχής της συγκέντρωσης στους ενήλικές.
Η συγκέντρωση είναι στενά συνδεδεμένη με τη διάθεση: Υποκλινικές διαταραχές της διάθεσης, ιδιαίτερα χρόνιες μορφές όπως η δυσθυμία και η κυκλοθυμία μπορεί να διαλάθουν της προσοχής και να προκαλέσουν αισθητή δυσκολία στην καθημερινότητα ενός ατόμου.
Το άγχος επίσης «καταναλώνει» γνωστικούς πόρους. Η υπερεπαγρύπνηση, και η αγχώδης ενασχόληση της σκέψης σε διάφορα σενάρια διαταράσσει την συγκέντρωση. Οι αγχώδεις διαταραχές που δεν αντιμετωπίζονται μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση διαταραχών της διάθεσης οι οποίες επίσης διαταρράσσουν την συγκέντρωση.
Η σημαντικές δυσκολίες προσαρμογής, όπως π.χ. η προσαρμογή σε μια σημαντική απώλεια, ή αλλαγή (ασθένεια ή απώλεια οικείου, οικονομικό πιέσεις, αλλαγή τόπου κατοικίας, αλλαγή επαγγελματικού πλαισίου) μπορεί να συντελέσουν σε διαταραχές της συγκέντρωσης μεταξύ άλλων δυσκολιών. Η επαγγελματική εξουθένωση είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα διαταραχής της προσαρμογής σε εξαιρετικά απαιτητικά περιβάλλοντα που καταλήγει να προκαλέσει αποσύνδεση του ανθρώπου από τα συναισθήματά του, αγχώδη συμπτώματα, προβλήματα του ύπνου και διαταραχές συγκέντρωσης.
Η ΔΕΠΥ είναι μια πραγματική νευροαναπτυξιακή διαταραχή. Ξεκινά στην παιδική ηλικία και έχει συγκεκριμένα διαγνωστικά κριτήρια. Όμως δεν είναι η μόνη εξήγηση για κάθε δυσκολία προσοχής των ενηλίκων. Η «μόδα» της αυτοδιάγνωσης ADHD στα social media μπερδεύει πολύ κόσμο και οδηγεί στην αναζήτηση λύσεων που δεν απευθύνονται στην ρίζα του προβλήματος.
η συγκέντρωση μπορεί να διαταράσσεται στο πλαίσιο χρήσης ουσιών ή στερητικού συνδρόμου από διάφορες ουσίες, καθώς και στο πλαίσιο των ψυχωτικών διαταραχών.
Η αγορά κατακλύζεται από σκευάσματα άλλοτε άλλης ποιότητας που «υπόσχονται» καθαρό μυαλό.. Ορισμένα νοοτροπικά ίσως είναι ωφέλημα σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά πως μπορείς να κρίνεις ποιο νοοτροπικό μπορεί πράγματι να σε βοηθήσει, και ποιο σκεύασμα είναι αξιόπιστο και ασφαλές; Αν οι ρίζες της διαταραχής της συγκέντρωσης είναι οργανικές ή ψυχιατρικές, και το νοοτροπικό σκευασμα δεν χορηγηθεί με συμβουλή ειδικού, μάλλον δεν θα αλλάξουν πολλά προς το καλύτερο - αντίθετα, μπορεί να αμελήσεις κάποιο πρόβλημα και να γίνεις χειρότερα.
Όπως διαπιστώνεις στο άρθρο, η συγκέντρωση είναι μια νοητική λειτουργία που επηρεάζεται τόσο από το σώμα όσο και από την ψυχική σφαίρα. Οι ψυχίατροι, συνδυάζοντας την γνώση του σώματος, αλλά και των ανώτερων νοητικών λειτουργιών, μπορούμε να διερευνήσουμε τόσο σωματικούς όσο και ψυχικούς παραγοντες που μπορεί να επηρεάζουν την συγκέντρωση, και να προτείνουμε λύσεις προσαρμοσμένες στις προσωπικές ανάγκες και ψυχοσωματικές ιδιαιτερότητες του ατόμου που παρακολουθούμε.
Η ψυχιατρική παρέμβαση δεν τελειώνει στην συνταγογράφηση ενός σκευάσματος, είναι δυναμική, και διαρκής, συνεχίζει στην διάρκεια μιας ψυχιατρικής παρακολούθησης ώστε να προσαρμόζεται στις ανάγκες και στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας άνθρωπος. Τι να κρατήσεις σήμερα; Η δυσκολία συγκέντρωσης είναι σύμπτωμα. Μπορεί να σχετίζεται με αίμα, ορμόνες, ύπνο, διάθεση, άγχος, γεγονότα ζωής. Κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται με διαφορετικό τρόπο. Αν θες να φροντίσεις τις ανώτερες νοητικές σου λειτουργίες ώστε να μη σε προδίδουν σε δύσκολες στιγμές, απευθύνσου σε ψυχίατρο: για να βρείτε μαζί την αιτία και τη λύση που απευθύνεται στις ανάγκες σου.
- American Psychiatric Association (2022) Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders: DSM-5-TR. Washington, DC: American Psychiatric Association.
Psychiatry
- Gelder, M., Andreasen, N., Lopez-Ibor, J.J., Geddes, J. (eds) (2020) New Oxford Textbook of Psychiatry. 3rd edn. Oxford: Oxford University Press.
Αλεξανδρούπολη, 20.09.2025
Νικήτας-Απόλλων Παναγιωτόπουλος,
Ψυχίατρος - Ψυχοθεραπευτής
Χωρίς διάγνωση και υποστήριξη, η ΔΕΠΥ μπορεί να επηρεάσει:
Εκπαίδευση & καριέρα
αστάθεια στη δουλειά, συχνές αλλαγές αντικειμένου ή θέσεων
χαμηλότερη απόδοση σε σχέση με τις πραγματικές ικανότητες
Οικονομική ζωή
καθυστερήσεις σε λογαριασμούς, πρόστιμα, χρέη λόγω κακής οργάνωσης
Σχέσεις & οικογένεια
παρεξηγήσεις («δεν ακούς», «δεν σε νοιάζει», «είσαι ανεύθυνος/η»)
Υγεία & ασφάλεια
αυξημένος κίνδυνος τροχαίων, ατυχημάτων, χρήσης ουσιών, κατάθλιψης και αγχωδών διαταραχών (Di Lorenzo et al., 2021 – Επίπεδο I).
Παράλληλα, αρκετοί ενήλικες με ΔΕΠΥ αναπτύσσουν εντυπωσιακές δεξιότητες δημιουργικότητας, ταχύτητας σκέψης και ευελιξίας – αρκεί να αναγνωριστεί η ΔΕΠΥ και να βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος στήριξης.
Η διάγνωση δεν βασίζεται σε «τεστ στο ίντερνετ», αλλά σε ολοκληρωμένη κλινική αξιολόγηση από ψυχίατρο με εμπειρία στη ΔΕΠΥ ενηλίκων (NICE NG87, 2018).
Συνήθως περιλαμβάνει:
Αναλυτική κλινική συνέντευξη
ιστορικό από την παιδική ηλικία (σχολείο, οικογένεια)
τρέχοντα συμπτώματα σε δουλειά, σπίτι, σχέσεις
Ερωτηματολόγια & κλίμακες
Αξιολόγηση λειτουργικότητας (πόσο σε επηρεάζουν τα συμπτώματα)
Έλεγχο για άλλες διαταραχές (άγχος, κατάθλιψη, χρήση ουσιών, διαταραχές ύπνου κ.λπ.)
Σημαντικό:
Δεν αρκεί να έχει κάποιος «λίγη αφηρημάδα». Χρειάζεται σαφής και ουσιαστική επίπτωση στην καθημερινή ζωή.
Δεν υπάρχει αιματολογικό ή απλό νευροαπεικονιστικό «τεστ για ΔΕΠΥ»· η διάγνωση είναι κλινική, βασισμένη σε τεκμηριωμένα κριτήρια.
Ένα από τα μεγαλύτερα πρακτικά προβλήματα για έναν ενήλικο με ΔΕΠΥ στην Ελλάδα είναι ότι το θεραπευτικό «οπλοστάσιο» φαρμάκων είναι πολύ περιορισμένο, ειδικά σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στην πράξη, για χρόνια η κλινική αντιμετώπιση στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε σκευάσματα μεθυλφαινιδάτης (π.χ. Ritalin, Concerta) και σε πολύ μικρότερο βαθμό σε ατομοξετίνη, όπου είναι διαθέσιμη (Diversity News, 2025 – Επίπεδο VI). Diversity news
Την περίοδο 2024–2025, η Ελλάδα βιώνει σοβαρές και παρατεταμένες ελλείψεις φαρμάκων ΔΕΠΥ, με πιο χαρακτηριστική τη μεθυλφαινιδάτη (Concerta, Ritalin)· οργανώσεις και ΜΜΕ κάνουν λόγο ακόμη και για «πλήρη έλλειψη βασικών φαρμάκων ΔΕΠΥ» στην αγορά (Diversity News, 2025).
Παράλληλα, αναφέρονται σημαντικές δυσκολίες πρόσβασης και σε ατομοξετίνη (π.χ. Strattera/Atama), με ασθενείς και επαγγελματίες υγείας να περιγράφουν ασταθή διαθεσιμότητα και συχνά «άδεια» φαρμακεία. Οι ελλείψεις αυτές εντάσσονται σε ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο προβλημάτων στην αλυσίδα εφοδιασμού φαρμάκων ΔΕΠΥ (DARWIN EU / EMA, 2025).
Για τον ενήλικο με ΔΕΠΥ αυτό σημαίνει ότι:
μπορεί να έχει λάβει διάγνωση και να υπάρχει σαφής ένδειξη για φαρμακευτική αγωγή,
αλλά πρακτικά να μην βρίσκει το φάρμακό του, ή να το βρίσκει σποραδικά, με συνεχείς αλλαγές σκευάσματος/δοσολογίας.
Σε πολλές χώρες της ΕΕ, ειδικά για ενήλικες, χρησιμοποιούνται ευρέως:
λισδεξαμφεταμίνη (Vyvanse/Elvanse)
άλλα σκευάσματα αμφεταμίνης για ΔΕΠΥ
γουανφασίνη παρατεταμένης αποδέσμευσης (Intuniv) ως μη διεγερτικό (Shire/Takeda, 2015; EMA, 2015 – Επίπεδο VII).
Στην Ελλάδα, ωστόσο:
δεν κυκλοφορούν σκευάσματα λισδεξαμφεταμίνης ή άλλων αμφεταμινών με ένδειξη ΔΕΠΥ,
οι αμφεταμίνες υπάγονται στο νομικό πλαίσιο ναρκωτικών/ελεγχόμενων ουσιών (Πίνακας Γ ναρκωτικών),
μέχρι σήμερα δεν έχει δοθεί θεραπευτική έγκριση για χρήση τους ως φάρμακα ΔΕΠΥ ενηλίκων.
Αντίστοιχα, η γουανφασίνη (Intuniv) έχει εγκριθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο για ΔΕΠΥ, αλλά δεν κυκλοφορεί στο ελληνικό εμπόριο, με αποτέλεσμα να μην αποτελεί ρεαλιστική επιλογή για τους περισσότερους ασθενείς (EMA EPAR Intuniv).
Η μοδαφινίλη (Modiodal/Provigil κ.ά.) είναι φάρμακο που σε κάποιες χώρες είχε χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν off-label για διαταραχές προσοχής. Όμως, μετά από αξιολόγηση της ασφάλειας, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων αποφάσισε ότι η ένδειξη πρέπει να περιοριστεί αποκλειστικά στη ναρκοληψία, λόγω κινδύνων σε άλλες χρήσεις (EMA, 2011).
Στην Ελλάδα:
η μοδαφινίλη είναι ελεγχόμενη ουσία (πίνακας Δ ναρκωτικών),
απαιτείται στενά ελεγχόμενη συνταγογράφηση μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος,
επιτρέπεται να συνταγογραφηθεί μόνο για ναρκοληψία, όχι για ΔΕΠΥ, σύμφωνα με την εγκεκριμένη ένδειξη και την ταξινόμησή της στην εθνική νομοθεσία (Modafinil.org, 2025).
Άρα, η μοδαφινίλη δεν αποτελεί νόμιμα εγκεκριμένη θεραπεία ΔΕΠΥ ενηλίκων στην Ελλάδα και το συνταγογραφικό πλαίσιο δεν επιτρέπει την συνταγογράφησή της για ΔΕΠΥ ούτε σε περίπτωση επιστημονικά τεκμηριωμένης off-label χρήσης.
Η βουπροπιόνη (Wellbutrin, Zyban κ.ά.) κυκλοφορεί κανονικά στην Ελλάδα ως αντικαταθλιπτικό / υποστηρικτικό στη διακοπή καπνίσματος και είναι σχετικά εύκολα προσβάσιμη στην αγορά, αν και κατά καιρούς αναφέρονται προσωρινές ελλείψεις σε συγκεκριμένα σκευάσματα (μαρτυρίες ασθενών, 2025).
Διεθνώς, υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι η βουπροπιόνη μπορεί να βοηθήσει κάποια άτομα με ΔΕΠΥ, ιδίως όταν συνυπάρχει κατάθλιψη ή/και εξάρτηση από νικοτίνη, όμως:
δεν είναι πρώτης γραμμής θεραπεία ΔΕΠΥ,
η χρήση της για ΔΕΠΥ στην Ελλάδα είναι off-label και βασίζεται στην κλινική κρίση του/της ψυχιάτρου.
Με απλά λόγια:
Το εύρος φαρμακευτικών επιλογών για ΔΕΠΥ ενηλίκων στην Ελλάδα είναι πολύ περιορισμένο σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ.
Την ίδια στιγμή, οι συχνές ελλείψεις μεθυλφαινιδάτης και ατομοξετίνης κάνουν την καθημερινότητα των ασθενών ακόμη δυσκολότερη, αφού όταν «λείψει» ένα σκεύασμα δεν υπάρχει εύκολα εναλλακτική λύση.
Κάποια φάρμακα που στο εξωτερικό θεωρούνται βασικά για ΔΕΠΥ (όπως λισδεξαμφεταμίνη, γουανφασίνη) δεν κυκλοφορούν καν στην ελληνική αγορά.
Η μοδαφινίλη είναι αυστηρά περιορισμένη στη ναρκοληψία και δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως «έμμεση λύση» για ΔΕΠΥ με βάση την ισχύουσα ευρωπαϊκή και εθνική πολιτική.
Γι’ αυτό είναι κρίσιμο ένας ενήλικος με ΔΕΠΥ στην Ελλάδα:
να ενημερώνεται τακτικά από ψυχίατρο και φαρμακοποιό για το τι ισχύει κάθε περίοδο,
να συζητά εγκαίρως εναλλακτικά πλάνα (π.χ. αλλαγή σκευάσματος, έμφαση σε ψυχοθεραπεία/CBT/ADHD coaching όταν λείπουν φάρμακα),
και –σε συλλογικό επίπεδο– να συμμετέχει σε πρωτοβουλίες διεκδίκησης καλύτερης πρόσβασης σε θεραπείες.
Σημαντικό: Η κατάσταση με τις ελλείψεις και τις εγκρίσεις φαρμάκων αλλάζει διαρκώς. Οι πληροφορίες αυτές αντικατοπτρίζουν τη δημόσια εικόνα της αγοράς και της νομοθεσίας έως Δεκέμβριο 2025 και δεν υποκαθιστούν την εξατομικευμένη ιατρική συμβουλή.
Η ΔΕΠΥ είναι διαχειρίσιμη και για πολλούς ανθρώπους, με την κατάλληλη παρέμβαση, τα συμπτώματα μειώνονται σημαντικά και η λειτουργικότητα βελτιώνεται. Η καλύτερη προσέγγιση είναι συνήθως πολυπαραγοντική (φαρμακευτική + ψυχοθεραπεία + πρακτικές στρατηγικές) (NICE NG87, 2018; Ostinelli et al.).
Σύμφωνα με διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, για ενήλικες με μέτρια ή σοβαρή λειτουργική έκπτωση, τα φάρμακα είναι συνήθως η πρώτη επιλογή (NICE NG87, 2018; Taylor et al., 2025).
Οι κύριες κατηγορίες:
Διεγερτικά (stimulants)
μεθυλφαινιδάτη (MPH) - πίνακας Γ ναρκωτικών - σημαντικές ελλείψεις στην Ελλάδα (βλ. παρακάτω)
λισδεξαμφεταμίνη (LDX) και άλλες αμφεταμίνες - πίνακας Γ ναρκωτικών - δεν κυκλοφορούν στην Ελλάδα
Έχουν τα μεγαλύτερα, κατά μέσο όρο, αποτελέσματα στη μείωση βασικών συμπτωμάτων (απροσεξία, παρορμητικότητα), αλλά και περισσότερες πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες (αϋπνία, μειωμένη όρεξη, αύξηση σφύξεων/πίεσης) (Ostinelli et al., 2025 – Επίπεδο Ι).
Μη διεγερτικά
ατομοξετίνη (ATX) - παντελής έλλειψη στην Ελλάδα (βλ παρακάτω)
γουανφασίνη παρατεταμένης αποδέσμευσης (σε ορισμένες χώρες) - δεν κυκλοφορεί στην Ελληνική αγορά
βουπροπιόνη (off-label σε κάποιες περιπτώσεις)
Έχουν χαμηλότερο κίνδυνο κατάχρησης, είναι χρήσιμα όταν συνυπάρχει χρήση ουσιών ή δεν είναι ανεκτά τα διεγερτικά, με μέτρια αλλά κλινικά σημαντική αποτελεσματικότητα (Cunill et al., 2022; Ostinelli et al., 2025).
Για πολλούς ενήλικες, η γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία (CBT) εξειδικευμένη για ΔΕΠΥ και τα προγράμματα δεξιοτήτων είναι εξίσου κρίσιμα με τα φάρμακα.
Εστιασμένα προγράμματα για ενήλικες με ΔΕΠΥ συνήθως περιλαμβάνουν:
οργάνωση χρόνου, χρήσης ατζέντας, «σπάσιμο» εργασιών σε μικρά βήματα
τεχνικές διαχείρισης αναβλητικότητας
ρύθμιση συναισθημάτων και ανοχή στη ματαίωση
εκπαίδευση σε επίγνωση της παρόρμησης (π.χ. μικρές παύσεις πριν μιλήσω/απαντήσω)
Συστηματικές ανασκοπήσεις δείχνουν ότι οι ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις βελτιώνουν λειτουργικότητα, συναισθηματική ρύθμιση και ποιότητα ζωής, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με φάρμακα (Ostinelli et al., 2025; Yang et al., 2025).
Coaching ΔΕΠΥ
πιο πρακτικό, προσανατολισμένο σε στόχους (π.χ. «πώς δεν θα χάνω πια προθεσμίες»)
λειτουργεί συχνά συμπληρωματικά στην ψυχοθεραπεία
Δεν αντικαθιστούν την επαγγελματική θεραπεία, αλλά βοηθούν σημαντικά:
σταθερό πρόγραμμα ύπνου
τακτική άσκηση (βελτιώνει προσοχή και διάθεση)
μείωση αλκοόλ και άλλων ουσιών
χρήση εξωτερικών βοηθημάτων μνήμης (ημερολόγιο, reminders, apps)
οργάνωση του χώρου (συγκεκριμένα «σημεία» για κλειδιά, έγγραφα κ.λπ.)
Αλεξανδρούπολη 15.12.2025
Η ΔΕΠΥ ενηλίκων υπάρχει και μπορεί επιφέρει επιβάρυνση. Δεν εξηγεί κάθε δυσκολία συγκέντρωσης, ούτε και μπαίνει διάγνωση μόνο με ένα τεστ. Τεκμηριώνεται μόνο όταν υπάρχουν συμπτώματα από την παιδική ηλικία (πριν τα 12) και λειτουργική έκπτωση σε πολλαπλά περιβάλλοντα. Για να διαγνωστεί πρέπει να γίνει ενδελεχής ψυχιατρική διερεύνηση και να αποκλειστούν άλλες διαταραχές (π.χ. μανιακό ή καταθλιπτικό επεισόδιο, αγχώδης διαταραχή, ψυχωσική διαταραχή, χρήση ουσιών).
Πραγματικότητα: Η ΔΕΠΥ ξεκινά στην παιδική ηλικία. Η απροσεξία και η υπερκινητικότητα στους ενήλικες δεν είναι απαραίτητα μια αγνοημένη παιδική ΔΕΠΥ, μπορεί να έιναι σημάδια άλλου τύπου ψυχοπαθολογίας.
Πραγματικότητα: Τα νεότερα δεδομένα δείχνουν ότι η ΔΕΠΥ ενηλίκων ήταν για δεκαετίες υπο-διαγνωσμένη, ειδικά σε γυναίκες και άτομα με επικρατούσα απροσεξία. Ταυτόχρονα, γίνεται διεθνής συζήτηση για τον κίνδυνο υπερ-διάγνωσης σε ήπιες περιπτώσεις – γι’ αυτό χρειάζεται προσεκτική, εξειδικευμένη αξιολόγηση (Song et al., 2021; Guardian, 2025).
Πραγματικότητα: Στη ΔΕΠΥ δεν μιλάμε για «λίγη αφηρημάδα», αλλά για σταθερό μοτίβο συμπτωμάτων που ξεκινά στην παιδική ηλικία και προκαλεί σαφή δυσκολία σε πολλές πτυχές της ζωής.
Πραγματικότητα: Τα ψυχομετρικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της ΔΕΠΥ δεν μπορούν να διακρίνουν αν τα συμπτώματα ενός ατόμου οφείλονται στη ΔΕΠΥ ή σε κάποια άλλη ψυχοπαθολογία. Η αιτιολογία των συμπτωμάτων τεκμαίρεται μετά από ψυχιατρική αξιολόγηση που εξετάζει ενδελεχώς το αναπτυξιακό ιστορικό του εξεταζόμενου. Η ενήλικη ΔΕΠΥ επιβεβαιώνεται μόνο όταν αποδεικνύεται σαφώς η έναρξη συμπτωμάτων από την παιδική ηλικία .
Πραγματικότητα: Στόχος των φαρμάκων δεν είναι να «σε αλλάξουν», αλλά να μειώσουν την ένταση των συμπτωμάτων ώστε να μπορείς να αξιοποιήσεις εσύ καλύτερα τις δυνατότητές σου. Η λήψη ή όχι φαρμάκων είναι πάντα αποτέλεσμα ενημερωμένης, κοινής απόφασης με τον/την γιατρό σου, ζυγίζοντας οφέλη και κινδύνους.
Πραγματικότητα: Τα διεγερτικά φάρμακα είναι αυστηρά ελεγχόμενες ουσίες στην Ελλάδα (πίνακες Γ & Δ Ναρκωτικών). Χρησιμοποιούνται ως πρώτης γραμμής θεραπεία στην παιδική ΔΕΠΥ, και στην τεκμηριωμένη ενήλικη ΔΕΠΥ, δεν είναι όμως η μοναδική θεραπευτική επιλογή. Στους ενήλικες υπάρχει συχνά συννοσηρότητα με άλλου τύπου ψυχοπαθολογίες. Σε ορισμένες ψυχοπαθολογίες (ψυχώσεις, διπολική διαταραχή, χρήση ουσιών) η χρήση ψυχοδιεγερτικών είναι επικινδυνη. Η επιλογή της θεραπείας θα πρέπει να εξατομικευεται και να λαμβάνει υπ' όψιν όλες τις ανάγκες του πάσχοντα.
Πηγές:
NICE Guideline NG87: Attention deficit hyperactivity disorder: diagnosis and management.
Faraone SV et al. (2021) The World Federation of ADHD International Consensus Statement: 208 evidence-based conclusions about the disorder, Neuroscience & Biobehavioral Reviews.
Νικήτας-Απόλλων Παναγιωτόπουλος
Ψυχίατρος - Ψυχοθεραπευτής
Σκέψου να ζητήσεις αξιολόγηση από ειδικό όταν:
από παιδί ή έφηβος/η άκουγες συχνά ότι είσαι «αφηρημένος/η», «ακατάστατος/η», «στο δικό σου κόσμο»
παρά τις προσπάθειές σου, νιώθεις ότι πάντα μένεις πίσω σε οργάνωση, προθεσμίες, υποχρεώσεις
αυτό σου δημιουργεί άγχος, ενοχές ή σε έχει οδηγήσει σε αποτυχίες, απώλεια εργασίας, συγκρούσεις
έχεις ιστορικό κατάθλιψης, άγχους, χρήσης ουσιών, και νιώθεις ότι κάτι πιο «βασικό» μένει αδιάγνωστο
Η αξιολόγηση δεν σε δεσμεύει για θεραπεία. Σου δίνει όμως ένα πλαίσιο κατανόησης και επιλογές.
Η ΔΕΠΥ ενηλίκων:
είναι πραγματική, καλά τεκμηριωμένη κατάσταση με σημαντική επίπτωση στην καθημερινή ζωή
δεν οφείλεται σε τεμπελιά ή έλλειψη προσπάθειας
μπορεί να συνυπάρχει με υψηλή νοημοσύνη, δημιουργικότητα και επιτυχία
αντιμετωπίζεται καλύτερα με συνδυασμό φαρμακευτικής αγωγής, ψυχοθεραπείας και πρακτικών στρατηγικών
Αν σε «αγγίζουν» όσα περιγράφονται, το να ζητήσεις βοήθεια δεν σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά με εσένα – σημαίνει ότι αποφασίζεις να καταλάβεις καλύτερα πώς λειτουργεί ο εγκέφαλός σου και να του δώσεις τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να ανθίσει.
Caye, A. et al. (2016) ‘Predictors of persistence of ADHD into adulthood: a systematic review of the literature and meta-analysis’, European Child & Adolescent Psychiatry, 25(11), pp. 1151–1159
Cunill, R. et al. (2022) ‘Clinical practice guideline on pharmacological and psychosocial interventions in adults with ADHD and comorbid substance use disorders’, Journal of Clinical Medicine, 11(13), 3843.
Di Lorenzo, R. et al. (2021) ‘Children and adolescents with ADHD followed up to adulthood: a systematic review of long-term outcomes’, Acta Neuropsychiatrica, 33(5), pp. 279–297.
National Institute for Health and Care Excellence (NICE) (2018) Attention deficit hyperactivity disorder: diagnosis and management (NICE Guideline NG87). London: NICE. Available at: https://www.nice.org.uk/guidance/ng87 (Accessed: 14 December 2025).
Ostinelli, E.G. et al. (2025) ‘Comparative efficacy and acceptability of pharmacological, psychological, and neurostimulatory interventions for ADHD in adults: a systematic review and component network meta-analysis’, The Lancet Psychiatry, 12(1), pp. 32–43. doi:10.1016/S2215-0366(24)00360-2.
Simon, V. et al. (2009) ‘Prevalence and correlates of adult attention-deficit hyperactivity disorder: meta-analysis’, The British Journal of Psychiatry, 194(3), pp. 204–211.
Song, P. et al. (2021) ‘The prevalence of adult attention-deficit hyperactivity disorder: a global systematic review and meta-analysis’, Journal of Global Health, 11, 04009. doi:10.7189/jogh.11.04009.
Taylor, D.M., Barnes, T.R.E. and Young, A.H. (2025) The Maudsley Prescribing Guidelines in Psychiatry. 15th edn. Chichester: Wiley-Blackwell.
Vega, A.J. et al. (2025) ‘Cognitive impairment in adult attention deficit hyperactivity disorder: a systematic review’, Pharmacy, 15(8), 150.
Bogdańska-Chomczyk, E. et al. (2025) ‘ADHD in adulthood: clinical presentation, comorbidities and treatment’, International Journal of Molecular Sciences, 26(22), 11020.
Centers for Disease Control and Prevention (CDC) (2024) Diagnosing ADHD. Available at: https://www.cdc.gov/adhd/diagnosis (Accessed: 14 December 2025).